Η κολυμβήθρες του Σιλωάμ (updated*)

Στο βιβλίο του Β. Βασιλικού «Καφενείον "Εμιγκρέκ"», που γράφτηκε το ’67-’68 στο Παρίσι, ένας από τους θαμώνες του καφενείου (τόπου συνάντησης αριστερών ελλήνων εμιγκρέδων) θεωρεί τη χούντα ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ που και νεκρούς ανασταίνει. Προβλέπει την αναγέννηση της χρεωκοπημένης προχουντικής πολιτικής τάξης πραγμάτων, όπως λέει «Οι συνταγματάρχες δουλεύουν ακριβώς γι’ αυτούς.». Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ακριβώς έτσι.
Η αιματηρή καταστολή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου τερμάτισε κάθε προσπάθεια συμβιβασμού ανάμεσα στη χούντα και τους πολιτικούς και η φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος με τη συνεργασία Μαρκεζίνη και άλλων πολιτικών έληξε άδοξα. Το εβδομαδιαίο περιοδικό μαζικής κυκλοφορίας «Επίκαιρα» με ολοσέλιδο εξώφυλλο τον Μίκη Θεοδωράκη και τίτλο «Ο Θεοδωράκης στην Αθήνα» κυκλοφόρησε την Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 1973, το κύκνειο άσμα ενός ανοιξιάτικου φθινόπωρου στην Αθήνα.
Όμως μερικούς μήνες μετά η θριαμβευτική επάνοδος του Κωνσταντίνου Καραμανλή και η αναγέννηση της Δεξιάς, που απέταξεν τον βασιλέα, ως «Νέα Δημοκρατία» είναι αξιοθάυμαστες. Ενώ στην άλλη πλευρά το νεότευκτο ΠΑΣΟΚ, του υιού του Γ. Παπανδρέου, έμελλε να εξαφανίσει την πάλαι ποτέ κραταιά Ένωση Κέντρου λίαν συντόμως και η νομιμοποίηση του ΚΚΕ να οδηγήσει στην πλήρη κυριαρχία της παραδοσιακής, φιλοσοβιετικής, ηγετικής ομάδας και την περιθωριοποίηση της ανανεωτικής πτέρυγας αυτού (ΚΚΕ εσωτ.). Η νομιμοποίηση του ΚΚΕ θα ανοίξει τον δρόμο της εθνικής συμφιλίωσης, την οποία θα επισφραγίσει η αναγνώριση της εθνικής αντίστασης από το ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ επίσης με νόμο θα ανοίξει τις πόρτες της επιστροφής όλων των πολιτικών προσφύγων του εμφυλίου, πλην «των μη ελλήνων το γένος», προτάσσοντας (αθόρυβα για τους πολλούς) τα όρια και τους όρους της νέας εθνικής συναίνεσης, αφήνοντας στην άκρη τους ανεπιθύμητους. Η συγκυβέρνηση του ’89 θα εμπεδώσει την αμοιβαιότητα της λήθης και την οριστική υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών του παρελθόντος ανάμεσα σε εθνικόφρονες και μιάσματα.
Γράφοντας τα όλα αυτά σήμερα καταλαβαίνω καλύτερα, χωρίς ωστόσο να έχω πάψει από το ΄90 και μετά και να ξαφνιάζομαι κάθε φορά που άκουγα και ακούω το αναγεννημμένο από τις στάχτες του άσμα «Μακεδονία ξακουστή, ελλήνων το καμάρι» ως νέο πανεθνικό σουξέ, πόσο γρήγορα ξεχνάμε! Πόσο γρήγορα εξανεμίζονται τα "αντισώματα" που μικροί-να μη μιλήσω για τους μεγάλους - αποκτήσαμε εκείνη την εποχή! Για μένα, το άσμα αυτό συνδέεται με αναμνήσεις από τις απείρου κάλλους εθνικές σχολικές εορτές της χούντας και κάθε φορά που το ακούω μού ΄ρχεται σιχαμάρα- σα να τις ξαναβλέπω και θέλω να ξεράσω. Γιατί όμως αποτελώ μία θλιβερή μειονότητα;
* check:
Η ιερά οδοντόκρεμαΠόσο αντέχει ακόμα ο αντιφασισμός μας;
Τα "σταγονίδια" της Κομοτηνής
Είσαι μικρός και δεν χωράς
Ο Πόντιος Πιλάτος, τα Παρίσια και η δημοκρατία
4 Comments:
Μειοψηφία, λοιπόν...
Άσε με να σου πω μια ιστορία. Δεν πάει πολύς καιρός, ήμουν μέσα σε ένα λεωφορείο, σε μια από τις ιστορικές προσφυγοσυνοικίες της Αθήνας, γεμάτο εκείνη την ώρα με λαϊκές, φτωχές θα έλεγες, και σίγουρα κάποιας ηλικίας, γυναίκες. Και, βέβαια, και με οικονομικούς μετανάστες.
Ήταν μια κοπελιά, 23, 25, εκεί, με ένα μπόμπιρα, άντε 2 ο οποίος αρνιόταν να μείνει καθιστός και ήθελε να κάνει βόλτες μες το λεωφορείο που έτρεχε. Και αυτή τον άφηνε, σηκωνόταν, έτρεχε πίσω του, προσπαθούσε ντροπαλά να τον πείσει να καθίσει -αλλά, ας μη σχολιάσω, τι μαμά είναι αυτή... Ανένδοτος αυτός, τον έκαναν χάζι και οι κυρίες...
Α, ξέχασα να σου πω πως η κοπελιά ήταν κάτι εξ Ανατολών. Κάποια στιγμή, που λες, ο πιτσιρικάς δίνει μια και κουτουλάει το κεφάλι του (αναμενόμενο) οπότε ξεκινάει το κλάμα. Και ενώ η κοπελιά προσπαθούσε να τον συνεφέρει, ακούγεται μια από τις ηλικιωμένες φτωχές: "Ε ρε Παπαδόπουλος που μας χρειάζεται"! Ναι, έτσι που στα λέω. Και ξεκινάει μια κουβέντα για το πώς επί χούντας ("τότε" την ονόμαζαν οι κυριούλες), όλα ήταν ωραία και όμορφα...
Κατάλαβα πως ήμουν μειοψηφία, είχε φτάσει και η στάση μου και κατέβηκα...
Καλή Φανή,
δεν την επρόλαβα τη Χούνταν - ευτυχώς, τί φρικτός καταδότης δε γενόμουνα!!!! - ούτε και ζει ντός μου η σύγκρισις με τα παρελθόντα.
Όμως, διατι νοιώθω πως η κολυμβύθρα κείνη αγιάσε μια νεολαίαν ολάκερη ως τα γηρατειά της;
Ευτυχώς, λαμπρέ Λάμπρε μας, οι γριούλες προορίζονται μόνον δια να συγκρίνωσι - πάντοτε θυμωμένες - τες τιμές των ζαρζαβατικών...
Έρρωσθε!
«σου είπαν ψέμματα πολλά...
ψέμματα σου είπαν οι εχθροί σου, μα κι οι φίλοι σου, σου κρύβουν την αλήθεια... πού πας με ψεύτικα όνειρα; καιρός να σταματήσεις. καιρός να τραγουδήσεις. καιρός να κλάψεις και να πονέσεις. καιρός να δεις.»
αλλά βέβαια πάει αυτός ο καιρός, όπως επισημαίνεις.
Αγαπητέ συν-μειοψηφούντα Λάμπρο, η σιδηρά γαλήνη της απωλεσθείσης τάξης και ασφαλείας, φευ, ελκύει τους απόκληρους, ως συ είπας, νυν και αεί, και δη όταν οι αντιφρονούντες έχουν από καιρό κλειστεί στις λέσχες τους.
G, dear, η χώρα γέμισε κολυμβήθρες προς τέρψιν του επισκόπου Αθηνών και άλλων πνευματικών τέκνων των μεγάλων Ιδεών και Έργων.
Διπλωματικέ μου, να σου αντιγυρίσω με την ίδια φωνή αλλά με δανεικά απ' τον γείτονα
"σαν τον μετανάστη στη δική σου γη/ μέρα νύχτα λύνεις-δένεις την πληγή/ κι όλα γύρω ξένα κι όλα πετρωμένα"
.....να θυμηθούμε κι άλλα;
Post a Comment
<< Home